Οι Κότες το ‘σκασαν (2000)




Οι Κότες το ‘σκασαν (2000)

Chicken Run (2000)
  
Οι Κότες το ‘σκασαν (2000)Chicken Run (2000)
"Οι Κότες το 'Σκασαν" 
★★★★★★★☆☆☆
H Τζίντζερ, η αρχηγός των πουλερικών που βρίσκονται αιχμάλωτα στο αγρόκτημα των Τουίντις, οργανώνει το ένα ευρηματικό σχέδιο απόδρασης μετά το άλλο, και σίγουρα η ίδια θα είχε ξεφύγει αν δεν επέμενε να απελευθερώσει και όλα τα υπόλοιπα κοτόπουλα του κοτετσιού. Όταν ξαφνικά ένας Αμερικανός κόκορας, ο Ρόκι, πέφτει από τον ουρανό στο κοτέτσι, συμφωνεί με το αίτημα της Τζίντζερ να διδάξει στις κότες να πετούν. Οι προσπάθειες για απόδραση γίνονται πιο επιτακτικές όταν η ανελέητη κυρία Τουίντι επενδύει σε μια τρομακτική μηχανή που μετατρέπει τα κοτόπουλα σε πίτες. (84 λεπτά) (Ηλικία: 7+)
Σκηνοθεσία: Νικ Παρκ,  Πίτερ Λορντ
Ηθοποιοί: Τζούλια Σαουάλα, Μελ Γκίμπσον, Μιράντα Ρίτσαρντσον, Τόνι Χέιγκαρθ, Φιλ Ντάνιελς, Τίμοθι Σπολ, Ιμέλντα Στόντον


Αυτή η αστεία, έξυπνη και γλυκιά stop motion κωμωδία δράσης είναι η πρώτη μεγάλου μήκους παραγωγή του Βρετανικού Aardman Animations. Η παραγωγή της έγινε σε συνεργασία με την DreamWorks. Η συνεργασία των δύο στούντιο συνεχίστηκε με τις ταινίες Γουάλας και Γκρόμιτ στον Τεράστιο Λαχανόκηπο (2005) και Ποντικούπολη (2006). Οι Κότες το ‘σκασαν (2000) σε σκηνοθεσία των Νικ Παρκ και Πίτερ Λορντ, δημιουργών της βραβευμένης με 3 Όσκαρ σειράς Γουάλας και Γκρόμιτ, αναδείχθηκε στην εμπορικότερη stop-motion ταινία στην ιστορία και διατηρεί αυτή τη διάκριση έκτοτε.

H αποτυχία να λάβει η ταινία μία υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, παρά τη θερμή κριτική αναγνώριση και τη δημοτικότητα της στο κοινό, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Αυτές τελικά οδήγησαν στη δημιουργία της κατηγορίας Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων τον αμέσως επόμενο χρόνο. Με τη μεγάλη καλλιτεχνική και οικονομική της επιτυχία, η claymation ταινία επέκτεινε τον ορισμό της μορφής του animation. Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και 5 χρόνια νωρίτερα με το Toy Story (1995) και τη δημιουργία animation με υπολογιστές.

Η παραγωγή της 80λεπτης ταινίας διήρκεσε πέντε ολόκληρα χρόνια. Το claymation είναι μια επίπονη και χρονοβόρα τεχνική, από τη δημιουργία ενός αναλυτικού storyboard και δεκάδων χειροποίητων σκηνικών και χαρακτήρων από πλαστελίνη, μέχρι και τα απαιτητικά γυρίσματα. Κάθε δευτερόλεπτο της ταινίας συγκροτείται από 24 λήψεις. Μετά από κάθε λήψη ένα συνεργείο 80 εμψυχωτών έκανε ανεπαίσθητες προσαρμογές στους χαρακτήρες για να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση της συνεχούς κίνησης.

Όμως, η ταινία δεν ξεχωρίζει μόνο για την τεχνική της, αλλά και για την προσέγγιση της στο θέμα της εκμετάλλευσης των ζώων για “ψυχαγωγικούς” σκοπούς και για την παραγωγή κρέατος και ζωικών προϊόντων. Η αποδοχή του θέματος από το κοινό, όπως αντίστοιχα και του προγενέστερου Μπέιμπ, το Ζωηρό Γουρουνάκι (1995), άνοιξε το δρόμο για πολλές ακόμα ταινίες που ακολούθησαν. 

Οι δημιουργοί, προφανώς για χάρη των νεαρότερων θεατών, απέφυγαν να επιδείξουν την αποτρόπαια πραγματικότητα της βιομηχανοποιημένης κτηνοτροφίας. Αντ’ αυτού επέλεξαν να τοποθετήσουν την ιστορία σε ένα αγρόκτημα της δεκαετίας του ‘50. Εκεί, οι συνθήκες διαβίωσης των ζώων, όπως και η πλοκή της ταινίας, εμπνέονται από τη Μεγάλη Απόδραση (1963). Αναφορές στην πολεμική αυτή ταινία απαντώνται και στη διασκεδαστική ορχηστρική επένδυση των Χάρι Γκρέγκσον-Γουίλιαμς και Τζον Πάουελ. Το σκορ εμπλουτίζεται με αγγλικά φολκλόρ, κελτικά, μπλουζ, τζαζ και rock & roll στοιχεία.

Ένας δευτερεύων χαρακτήρας σκοτώνεται εκτός οθόνης με ένα τσεκούρι. Οι ήρωες αντιμετωπίζουν διαρκώς απειλητικές καταστάσεις με τη μορφή σωματικής κωμωδίας.