Φύγαμε (2020)
Ηθοποιοί: Τομ Χόλαντ, Κρις Πρατ, Τζούλια Λούις-Ντρέιφους, Οκτάβια Σπένσερ
Για 25 χρόνια μετά την κυκλοφορία της πρώτης της ταινίας, Toy Story (1995), το οποίο τόσο από άποψη τεχνολογίας όσο και σεναρίου άλλαξε για πάντα την αντίληψή μας για τις δυνατότητες και τα όρια του animation, η Pixar διακρίνεται για τη δημιουργία εμβληματικών χαρακτήρων που ζουν επικές περιπέτειες μέσα σε αθέατους και συναρπαστικούς κόσμους, ενώ οι ιστορίες τους προσφέρουν διασκέδαση, συγκίνηση και τροφή για σκέψη σε παιδιά και ενήλικες. Σε μια εποχή που το στούντιο έχει επικεντρωθεί στην παραγωγή συνεχειών των πιο επιτυχημένων ταινιών του, η πολυαναμενόμενη πρώτη πρωτότυπη δημιουργία του μέσα σε τρία χρόνια μετά το αριστουργηματικό COCO (2017), είναι όμορφη, διασκεδαστική και συναισθηματική, χωρίς όμως να αγγίζει τα υψηλά επίπεδα ευρηματικότητας που έχουμε συνηθίσει να περιμένουμε από την Pixar.
Η ταινία συγκέντρωσε αρκετές σημαντικές διακρίσεις, ανάμεσά τους και μία υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων, το οποίο τελικά κατέκτησε η δεύτερη ταινία που κυκλοφόρησε το στούντιο την ίδια χρονιά, το Soul (2020).
Η ιστορία του Φύγαμε (2020) επικεντρώνεται στη σχέση των δύο αγαπημένων μα αντίθετων σε χαρακτήρα αδερφών. Ο δεκαεξάχρονος, έξυπνος μα αμήχανος Ίαν, έχασε τον πατέρα του πριν προλάβει να τον γνωρίσει. Ο λίγο μεγαλύτερος, πληθωρικός και ακατάβλητος αδελφός του, ο Μπάρλεϊ, έχει ελάχιστες μόνο αναμνήσεις από τον μπαμπά του.
Στο μακρινό παρελθόν, ο κόσμος τους ήταν περιπετειώδης και συναρπαστικός, γεμάτος μαγεία, η οποία όμως σχεδόν εξαφανίστηκε όταν πήρε τη θέση της η τεχνολογία. Παρόλο που η εικόνα παραμυθένιων πλασμάτων που ζουν σαν άνθρωποι του δυτικού πολιτισμού του 21ου αιώνα είναι χιουμοριστική, είναι ωστόσο κοινότοπη. Έλλειψη ευρηματικότητας παρουσιάζει και ο ίδιος ο πλανήτης τους, ο οποίος με την εξαίρεση των δύο φεγγαριών του είναι όμοιος με τη Γη.
Αντίστοιχα, και το μεσαίο και μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας στερείται έμπνευσης. Πολύτιμος χρόνος που θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί για να προσφέρει μια συναρπαστική περιπέτεια ή για να αναπτύξει περαιτέρω τους γοητευτικούς και ασυνήθιστα γλυκούς χαρακτήρες του Ίαν, του Μπάρλεϊ και της μητέρας τους Λόρελ, αναλώνεται σε εμβόλιμα χιουμοριστικά επεισόδια, περιττούς χαρακτήρες και τετριμμένες καταδιώξεις. Το τελευταίο μέρος της ταινίας, αν και είναι εξαιρετικά έκδηλη η προσπάθειά του να χειραγωγήσει τους θεατές να δακρύσουν, είναι ταυτόχρονα ευαίσθητο, απροσδόκητο και όντως συγκινητικό.
Οι νεαροί ήρωες δείχνουν επιμονή, γενναιότητα και ανιδιοτέλεια. Τα δύο αδέλφια αγαπούν και φροντίζουν ο ένας τον άλλον, και σέβονται τη μητέρα τους, μια γλυκιά και ταυτόχρονα δυναμική γυναίκα που θέλει το καλύτερο για τα παιδιά της και θα έκανε τα πάντα για να τα προστατεύσει. Επιπλέον, η ιστορία τονίζει με άμεσο τρόπο την ανάγκη ύπαρξης μιας βαθιάς επιθυμίας, αυτοσυγκέντρωσης και αυτοπεποίθησης για την επίτευξη ενός εξαιρετικού αποτελέσματος.
Αν και στο παρελθόν η Pixar είχε κάνει κάποιες ανεπαίσθητες, οπτικές αναφορές στις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, όπως στο Ψάχνοντας την Ντόρι (2016) και στο Toy Story 4 (2019), το Onward αποτελεί την πρώτη ταινία στην ιστορία του στούντιο που παρουσιάζει ξεκάθαρα κάποιον ανοιχτά gay χαρακτήρα. Για αυτόν τον λόγο η προβολή της ταινίας απαγορεύτηκε στις αραβικές χώρες του Κουβέιτ, του Ομάν, του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας. Στη Ρωσία, όπου κυκλοφόρησε τελικά η ταινία, ο διάλογος άλλαξε προκειμένου να μην φανερώνει τον σεξουαλικό προσανατολισμό του χαρακτήρα.