Η Ψαλίδα και η Μάγισσα (2020)




Η Ψαλίδα και η Μάγισσα (2020)

Η Ψαλίδα και η Μάγισσα (2020)

Earwig and the Witch (2020)
Āya to Majo (2020)

"Η Ψαλίδα και η Μάγισσα" - "Earwig and the Witch"
★★★★★★☆☆☆☆
Προσπαθώντας να ξεφύγει από 12 μάγισσες που την κυνηγούν, μια νεαρή μάγισσα αφήνει τη νεογέννητη κόρη της, την Ίργουιγκ, σε ένα ορφανοτροφείο. Δέκα χρόνια αργότερα ένα παράξενο ζευγάρι, η Μπέλα Γιάγκα και ο Μάντρεϊκ ζητούν να υιοθετήσουν ένα παιδί και επιλέγουν την Ίργουιγκ. Η Μπέλα Γιάγκα αποκαλύπτει στο κορίτσι ότι είναι μάγισσα και πως ο λόγος που την υιοθέτησε ήταν γιατί χρειάζεται κάποιον να την βοηθάει με τις δουλειές του σπιτιού. Η Ίργουιγκ δέχεται να τη βοηθάει, μόνο αν και εκείνη δεχθεί να της διδάξει μαγεία. (82 λεπτά) (Ηλικία: 6+)
Σκηνοθεσία: Γκόρο Μιγιαζάκι
Ηθοποιοί:
(Iαπωνικά) Σινόμπου Τερατζίμα, Ετσούσι Τοϊοκάουα, Γκάκου Χαμάντα, Κόκορο Χιρασάουα
(Αγγλικά) Τέιλορ Πέιτζ Χέντερσον, Βανέσα Μάρσαλ, Ρίτσαρντ Ε. Γραντ, Νταν Στίβενς


Η 22η ταινία του Studio Ghibli και 3η του Γκόρο Μιγιαζάκι, γιου του Χαγιάο, είναι η πρώτη ψηφιακή παραγωγή μεγάλου μήκους του στούντιο. Δυστυχώς, αν και το άνιμε περιλαμβάνει αρκετά από τα τυπικά στοιχεία των προηγούμενων παραγωγών του Ιαπωνικού στούντιο animation, υστερεί τόσο σεναριακά όσο και τεχνικά. Με την ταινία Η Ψαλίδα και η Μάγισσα (2020) το Ghibli μεταφέρει για δεύτερη φορά ένα μυθιστόρημα της Νταϊάνα Γουίν Τζόουνς, μετά Το Κινούμενο Κάστρο (2004). Στην προκειμένη περίπτωση όμως, το ομώνυμο παιδικό βιβλίο της συγγραφέως, όπου βασίζεται το Άνιμε, εκδόθηκε ανολοκλήρωτο το 2011, μετά τον θάνατο της. Από αυτό το γεγονός πηγάζουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα της ταινίας. 

Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς το λόγο για τον οποίο το στούντιο επέλεξε να προχωρήσει στη μεταφορά της συγκεκριμένης ιστορίας, καθώς διαθέτει πολλά από τα συνηθισμένα στοιχεία των παραγωγών του. Η ιστορία περιλαμβάνει μαγεία σε έναν κατά τα άλλα συνηθισμένο κόσμο, μια δυναμική νεαρή ηρωίδα που εργάζεται για υπερφυσικά πλάσματα, χαρακτήρες που ξεφεύγουν από τους απόλυτους ορισμούς του κακού και του καλού, μια μαύρη ομιλούσα γάτα και άλλα βοηθητικά μικροσκοπικά μαγικά πλάσματα.

Ωστόσο, η ιστορία δεν περιέχει κανένα από τα τυπικά δυνατά θέματα και πολύτιμα μηνύματα των ταινιών του στούντιο, ούτε το χαρακτηριστικό συναισθηματικό τους βάθος. Επίσης, στερείται μιας καλοδουλεμένης και ενδιαφέρουσας πλοκής, κορύφωσης αλλά και λύσης. Ακόμα πιο εμφανής όμως είναι η έλλειψη ενός αξιαγάπητου κεντρικού χαρακτήρα. Η Ίργουιγκ μπορεί να είναι γενναία και ανθεκτική, είναι όμως και εγωκεντρική, χειριστική και δεν παρουσιάζει καμία ιδιαίτερη ανάπτυξη ως χαρακτήρας. 

Ο τρισδιάστατος σχεδιασμός και η μουσική επένδυση, αν και ασκούν μια περιορισμένη γοητεία, στερούνται την ονειρική διάθεση, τη γλυκιά ενέργεια και τους άπλετους συμβολισμούς των αντίστοιχων δημιουργιών του παρελθόντος. Η ταινία σταματάει απότομα, χωρίς να προσφέρει κάποιο ικανοποιητικό κλείσιμο. Ωστόσο, αυτό που ακολουθεί, οι τίτλοι τέλους, είναι και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι. Εκεί, μια σειρά από πανέμορφα, πολύχρωμα, διασκεδαστικά σκίτσα της Ίργουιγκ και άλλων χαρακτήρων αποτυπώνουν το τι θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί αν οι δημιουργοί είχαν ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση, πιο κοντά στα στάνταρς του στούντιο.

Συχνά, απεικονίζονται νεκρά ζώα ή μέλη τους, τα οποία αποτελούν συστατικά για ξόρκια. Αυτό δυστυχώς διαιωνίζει μια εσφαλμένη αντίληψη που θεωρεί τα ζώα ως αντικείμενα προς εκμετάλλευση. Η Μπέλα Γιάγκα μειώνει και απειλεί συχνά το κορίτσι, ενώ σε μία σκηνή το χαστουκίζει. Ο Μάντρεϊκ αν και πιο συμπαθής, ενδέχεται να αναστατώσει τους πολύ νεαρούς θεατές με τη δαιμονική εμφάνιση και την οξύθυμη ιδιοσυγκρασία του.